Να κρατάμε ο ένας τον άλλον χωρίς να κρατιόμαστε.

Screen Shot 2020-04-11 at 11.48.43

Μόλις έστειλα μήνυμα στον πρώην μου τον Μ, στο Λονδίνο: «Όταν τελειώσουν όλα αυτά, θέλω να μπεις στο αεροπλάνο και να έρθεις εδώ και να με πάρεις αγκαλιά.» Έξι η ώρα το πρωί εκεί, κι όμως απάντησε σχεδόν αμέσως, «έτσι θα γίνει». Ο άνθρωπος που, όταν είμασταν μαζί κι όλα τα χρόνια που τον ξέρω, δεν απαντούσε σχεδόν ποτέ, σε τίποτα. Όχι γιατί δε μ’ αγαπούσε – αντιθέτως. Μ’ αγαπάει ακόμα, κι εγώ εκείνον, αλλά έτσι είναι. Δε μπορεί καν να σου πει αν θέλει να φάει την ώρα που ανακατεύεις το φαΐ στην κατσαρόλα με την ξύλινη κουτάλα, και το στομάχι του γουργουρίζει. Πόσο μάλλον να προγραμματίσει, έστω και στο θεωρητικό, μια αγκαλιά σε άλλη χώρα, σε κάποιο χρόνο αόριστο, όταν. Κι όμως: αλλάζουμε. Αυτές οι μέρες μας αλλάζουν όλους. Κι αναρωτιέμαι, όλο και περισσότερο, πώς θα ‘μαστε, ποιοι θα ‘μαστε, όταν τελειώσουν όλα αυτά. Τέτοια σκέφτομαι.

Λένε πως είναι σύνηθες φαινόμενο στις μέρες μας, να ψάχνουμε τους πρώην μας. Αλλά εγώ κι ο Μ πάντα μιλούσαμε, δεν είναι σύμπτωμα του κορονοϊού. Κι ούτε ήταν κάποιο ιντερνετικό εξ αποστάσεως booty call («καύλες» το λέμε στα ελληνικά, υποθέτω), για το μετά. Δε λέω πως δε σκέφτομαι το σεξ· το σκέφτομαι συνέχεια. Δεν ήμουν έτσι, άλλαξα. Εγώ, που μέχρι πρότινος δε μ’ ένοιαζε, που άνετα περνούσα μήνες χωρίς να το σκεφτώ – άμα με δείτε, ξαφνικά, να χάνομαι, είναι που σκέφτομαι το σεξ: σώματα γυμνά σε περιπτύξεις, πρόσωπα κοντά το ένα στο άλλο, χωρίς φόβο, χωρίς σκέψη. Χωρίς λόγια, τα βαρέθηκα: το σώμα μου ζητάει σώματα για να συνδιαλλαγεί. Στον καιρό της απόστασης, θέλω δέρμα με δέρμα. Πάθη που δεν εκφράζονται με λέξεις.

Αλλά δεν είναι έτσι με τον Μ. Άμα βρεθούμε πότε ξανά μαζί, ερωτικά, θα ‘ναι παρηγοριά και ανακούφιση, μια πράξη νοσταλγίας, σα να γυρνάς, περαστικός, σ’ ένα παλιό λημέρι. Όχι να επιστρέψεις, μα να περάσεις μόνο, να το δεις, για να θυμάσαι πως υπήρξε. Για να θυμάσαι πως υπήρξες, κάποτε, εκεί· ποιος ήσουν τότε, πόσο άλλαξες. Άμα βρεθούμε με τον Μ, αυτό θα είναι. Αλλά δεν είναι αυτό που θέλω από κείνον σήμερα, δεν είναι αυτό που του ζητάω, και το ξέρει. Είμαστε εκπαιδευμένοι, εγώ κι ο Μ. Από παλιά, προ-κορονοϊού, ξέραμε τι σημαίνουν οι αγκαλιές. Όταν χανόμασταν, στο μονοπάτι του ο καθένας, όταν τα λόγια δε μπορούσανε να πουν «χανόμαστε, μα σ’ αγαπάω», βρισκόμασταν σε αγκαλιές. Ξέρει τι του ζητάω. Να κρατιόμαστε, χωρίς να κρατάμε ο ένας τον άλλον.

Πόσες διαφορετικές αγκαλιές υπάρχουν; Τέτοια σκέφτομαι αυτές τις μέρες. Και το σεξ. Το σεξ, τον έρωτα, το πάθος. Το χωρίς παρελθόν και μέλλον, το χωρίς λογική, το χωρίς διαπραγματεύσεις – μόνο συναίσθημα και σώματα σε περιπτύξεις, χέρια και στόματα παντού, βαριές αναπνοές. Και λέξεις μόνο της στιγμής: σε θέλω, έτσι, κι άλλο. Κι ύστερα ιδρώτας και σιωπή και να θυμάσαι πως υπάρχεις. Πόσο δεν το ‘χα εκτιμήσει τόσα χρόνια, που το ‘κανα μηχανικά καμιά φορά, καμιά φορά απλά για να το κάνω, ή για να πω στους φίλους μου μετά την ιστορία, ή και γιατί βαριόμουνα να πω ότι βαριέμαι. Και με αγάπη ακόμα, εκεί που σμίγεις με τον άλλον και το λέτε «κάνω έρωτα», πόσες φορές το ένιωσα στ’ αλήθεια; Πόσες φορές αφέθηκα στο σώμα μου, πόσες φορές αφέθηκα στον άλλον, ολοκληρωτικά, και στη στιγμή, πόσες φορές το ένιωσα παντού, τον έρωτα, το πάθος, την ανάγκη, το «σε θέλω τώρα» και δε γαμιέται το μετά; Μετά σιωπή, μα τώρα γάμησέ με. Και δε ζητάω συγνώμη για τις λέξεις: είμαστε άλλοι όταν γαμιόμαστε, αλλιώς, κι όπως και να το πεις, εκεί βρισκόμαστε: στον έρωτα, στο πήδημα, στο σεξ. Εκεί είναι που υπάρχουμε, που το θυμόμαστε στο σώμα μας, ξεχνώντας όλα τ’ άλλα. Επιβεβαίωση, για μια στιγμή, πως ζεις, πως είσαι εδώ κι αγγίζεις κάποιον άλλον – πώς αλλιώς; Τι άλλο στίγμα αφήνουμε στον κόσμο όταν περνάμε; Μελανιές, γρατζουνιές σε σώματα, λεκέδες στα σεντόνια. Ν’ αφήνεσαι για να βρεθείς: τόσο απλό και τόσο δύσκολο. Να κρατάμε ο ένας τον άλλον χωρίς να κρατιόμαστε.

Κι εγώ, που τόσα χρόνια σπαταλούσα το κορμί μου, βρήκα τον κορονοϊό, τις μέρες τις απόστασης, για να καταλάβω πόσο χρειάζομαι το άγγιγμα; Τέτοια σκέφτομαι, μα μην το ψάχνετε πολύ: όλοι μ’ ένα γαμήσι ξεκινήσαμε, κι εκεί τελειώνουμε. Και στο ενδιάμεσο, κι όταν τελειώσουν όλα αυτά, όποιοι κι αν είμαστε, μετά, να το θυμόμαστε. Να νιώθουμε τα πάντα και παντού και να το λέμε, και να ζητάμε αγκαλιές και να τις δίνουμε, να μην κρατιόμαστε μα να κρατάμε ο ένας τον άλλον σφιχτά για να βρισκόμαστε εκεί που χάνονται οι λέξεις, και ν’ αφηνόμαστε σε έρωτες και πάθη και λεκέδες και σ’ όλα τα παράλογα, χωρίς διαπραγματεύσεις, και να γαμιόμαστε χωρίς συγνώμη. Να αγαπιόμαστε, με όποιον τρόπο ξέρει ο καθένας. Κι εγώ, που βρήκα τώρα ξαφνικά να θυμηθώ ότι υπάρχω, όταν τελειώσουν όλα αυτά και χάνομαι, μη με ψάξετε: θα ‘ναι που θα ‘χω πάει να γαμηθώ.

Advertisement

Author: Daphne Kapsali

Daphne lives in Sifnos, where she writes books and collects firewood to get her through the winter. She is the author of "100 days of solitude" and another seven books, all available from Amazon.

One thought on “Να κρατάμε ο ένας τον άλλον χωρίς να κρατιόμαστε.”

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

%d bloggers like this: